«Η αβεβαιότητα και το αρνητικό κλίμα στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον καθιστούν ακόμα πιο έντονες τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία και ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για την ταχεία προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Οι μεταρρυθμίσεις αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για τη βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της οικονομίας, τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και την προσέλκυση επενδύσεων». Την επισήμανση αυτή έκανε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας EFG Eurobank Ergasias κ. Νικόλαος Νανόπουλος, σε ομιλία του στην Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων της Eurobank EFG που συνήλθε σήμερα (8, Απριλίου 2008). Ο κ. Νανόπουλος πρόσθεσε ότι: «η ασφαλιστική μεταρρύθμιση αποτελεί στρατηγική αναγκαιότητα για την μακροπρόθεσμη μακροοικονομική σταθερότητα της οικονομίας και τη διασφάλιση της αναπτυξιακής της προοπτικής. Ο νόμος που έχει ψηφιστεί από την Ελληνική Βουλή είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Ταυτόχρονα, οι επενδύσεις με αιχμή την κινητοποίηση της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας μπορούν να τονώσουν την προσφορά και να υποστηρίξουν την ανάπτυξη και ενεργοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας. Η αξιοποίηση των προγραμμάτων των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης, τα μεγάλα έργα υποδομής, η προώθηση των αποκρατικοποιήσεων και η επέκτασή τους σε δίκτυα και υποδομές, η απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων, καθώς και η ανάπτυξη των νέων μορφών επενδύσεων στο πλαίσιο των Συμπράξεων Δημόσιου & Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) αποτελούν δυνατότητες με έντονη αναπτυξιακή δυναμική. Μόνο υπό αυτές τις προϋποθέσεις, διασφαλίζονται οι όροι για την διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και στο μέλλον, σ’ ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον έντονα ανταγωνιστικό και ταχύτατα μεταβαλλόμενο».
Αναφερόμενος στο διεθνές περιβάλλον ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank τόνισε ότι το 2007 χαρακτηρίστηκε από αβεβαιότητα και αστάθεια στο χρηματοπιστωτικό περιβάλλον με έντονες διακυμάνσεις στις χρηματιστηριακές αγορές και επεσήμανε ότι η κρίση αυτή έχει οδηγήσει σε επιβράδυνση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας, με την ελληνική οικονομία να μην μένει ανεπηρέαστη από τις εξελίξεις, με τον πληθωρισμό να κινείται σε επίπεδα υψηλότερα του 4% και το ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης να επιβραδύνεται και να εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 3,6%. Οι δυσμενείς αυτές συνθήκες επηρέασαν και την εγχώρια τραπεζική αγορά, αλλά όπως διευκρίνισε ο κ. Νανόπουλος: «Οι ελληνικές τράπεζες δεν επλήγησαν ευθέως από τη δυσμενή συγκυρία καθώς, δεν είχαν επενδύσεις σε αμερικανικούς τίτλους ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων μειωμένης εξασφάλισης, έχοντας επιδείξει υπεύθυνη και συντηρητική διαχείριση κινδύνων. Αντίθετα, η στρατηγική που εν γένει έχουν ακολουθήσει τα τελευταία χρόνια στηρίζεται στην περαιτέρω ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους στην εγχώρια αγορά αφενός και στην ενίσχυση της εξωστρέφειάς τους αφετέρου. Η στρατηγική αυτή, παρά τις δυσμενείς συνθήκες που διαμορφώθηκαν το 2007, είχε ως αποτέλεσμα τη διατήρηση των υψηλών ρυθμών αύξησης μεγεθών και κερδοφορίας συνολικά για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Ο ανταγωνισμός οξύνθηκε περαιτέρω προς όφελος των πελατών. Επιπλέον, η περαιτέρω επέκταση της παρουσίας των ελληνικών τραπεζών εκτός των συνόρων, διασφαλίζει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα κεντρικό ρόλο στην προσπάθεια αναβάθμισης του περιφερειακού ρόλου της χώρας μας στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και στηρίζει μακροπρόθεσμα την κερδοφορία τους».
Εξάλλου, ο Πρόεδρος της Τράπεζας κ. Ξενοφών Νικήτας, τόνισε ότι: «Ενώ διίστανται οι απόψεις για την έκταση της κρίσης που χαρακτηρίζεται ως η μεγαλύτερη των τελευταίων 30 ετών είναι ασαφές και το προβλέψιμο χρονικό διάστημα που θα αποκαθιστούσε την ισορροπία στις διεθνείς χρηματαγορές. Εν τούτοις τα συντονισμένα μέτρα που έχουν ληφθεί τόσο στην Αμερική απ’ όπου ξεκίνησε η κρίση όσο και στην Ευρώπη, που δέχθηκε τον αντίκτυπο της κρίσης, παγιώνουν την αίσθηση ότι τα χειρότερα ανήκουν στο παρελθόν. Σε ο, τι αφορά τη Eurobank, η στρατηγική της τοποθέτηση στον ευρύτερο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης αποτελεί, όπως αποδεικνύουν και τα γεγονότα, ασπίδα προστασίας ενώ ταυτόχρονα της διασφαλίζουν μακροπρόθεσμο πεδίο ανάπτυξης αλλά και κερδοφορία».
Αναλύοντας την πορεία της Eurobank ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας κ. Ν. Νανόπουλος τόνισε ότι παρά το δυσμενές περιβάλλον και τον έντονο εγχώριο ανταγωνισμό, το 2007 ήταν μια χρονιά δυναμικής οργανικής ανάπτυξης και βελτίωσης των υποδομών της Τράπεζας και των θυγατρικών της με αποτέλεσμα «η Eurobank EFG να είναι σήμερα ένας ευρωπαϊκός, σύγχρονος, κεφαλαιακά ισχυρός και έντονα ανταγωνιστικός τραπεζικός οργανισμός με ηγετική θέση στην Ελλάδα και διευρυμένη παρουσία σε άλλες επτά χώρες της ευρύτερης περιφέρειας, όπου δραστηριοποιείται με μεγάλη επιτυχία μέσα από ένα δίκτυο 1.500 μονάδων. Το ενεργητικό του Ομίλου μας ανέρχεται σήμερα σε €68 δισ., απασχολούμε δε, πάνω από 22.000 άτομα προσωπικό. Ειδικά στη «Νέα Ευρώπη» και συγκεκριμένα σε επτά κράτη που δραστηριοποιούμεθα, έχουμε επενδύσει μέχρι σήμερα περίπου €1,9 δισ. και διαθέτουμε ένα δίκτυο 1000 περίπου καταστημάτων, απασχολώντας περισσότερο από 12.000 άτομα».
Σε ο, τι αφορά τις επιμέρους δράσεις της Eurobank ο κ. Νανόπουλος παρατήρησε ότι παρά το ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον οι χορηγήσεις αυξήθηκαν κατά 34% το 2007 και ανήλθαν σε €47 δις., με τις χορηγήσεις στις χώρες της Νέας Ευρώπης να αυξάνονται κατά 142% και να προσεγγίζουν πλέον τα €10 δισ. Η δυναμική αύξηση των χορηγήσεων κάθε άλλο παρά αλλοίωσε την ποιότητα του χαρτοφυλακίου και είναι χαρακτηριστικό ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ελλάδα περιορίστηκαν στο 2,7% του συνολικού χαρτοφυλακίου που είναι από τα χαμηλότερα στην εγχώρια τραπεζική αγορά.
Εξίσου σημαντικές ήταν οι επιδόσεις του ομίλου της Eurobank και στις καταθέσεις οι οποίες αυξήθηκαν το 2007 κατά 30,5% ή σε απόλυτο μέγεθος κατά €8,5 δισ. και ανήλθαν σε €36,2 δισ. Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης χορηγήσεων προς καταθέσεις μειώθηκε στο τέλος του 2007 σε 126% από 130% το εννεάμηνο, δείκτης που συγκρίνεται ευνοϊκά με τις περισσότερες τράπεζες της Ευρωζώνης στις οποίες σύμφωνα με έγκυρους αναλυτές, ο μέσος όρος κυμαίνεται στο 156%. Επίσης, τα συνολικά υπό διαχείριση Κεφάλαια των Πελατών μας αυξήθηκαν κατά 17,4% και ανήλθαν σε €52,4 δισ. επιβεβαιώνοντας την ηγετική θέση του Ομίλου στο χώρο της διαχείρισης περιουσίας μεγάλων ιδιωτών πελατών.
Συνοψίζοντας τις επιδόσεις του 2007, ο κ. Νανόπουλος τόνισε ότι τα καθαρά κέρδη του Ομίλου αυξήθηκαν κατά 32,1% και διαμορφώθηκαν σε €851 εκ., με την κερδοφορία αυτή να αντιστοιχεί σε απόδοση 23,5% επί των ιδίων κεφαλαίων και με το 94% των εσόδων να προέρχονται από οργανικές επαναλαμβανόμενες πηγές. Τέλος, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας διαμορφώθηκε στο 12,2% έναντι ορίου 8% που έχει θέσει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Αξίζει να σημειωθεί αφενός η σταθερότητα, αφετέρου η συνέπεια με την οποία βελτιώνεται η κερδοφορία της Eurobank, με τη μέση ετήσια αύξηση της κερδοφορίας της Τράπεζας στην πενταετία 2002-2007 να ανέρχεται στο 34%.
Οι υψηλές αυτές επιδόσεις επέτρεψαν στην Τράπεζα αφενός να διανείμει για τη χρήση 2007 συνολικό μέρισμα €425 εκ. έναντι €350 εκ. για τη χρήση 2006, ήτοι συνολικό ποσό αυξημένο κατά 21,5%, αφετέρου να αποσπάσει από διεθνείς οργανισμούς πολλές διακρίσεις για την ποιότητα των παρεχομένων της υπηρεσιών και τη θέση της στο διεθνές περιβάλλον.
Αναφερόμενος στις προοπτικές του ομίλου της Eurobank ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας κ. Ν. Νανόπουλος τόνισε ότι «η σημερινή συγκυρία συνηγορεί υπέρ της ακόμα μεγαλύτερης εγρήγορσης σε θέματα κόστους, καθώς και ανάληψης και τιμολόγησης πιστωτικών κινδύνων. Οι οικονομικοί στόχοι για την περίοδο 2008-2010, που ανακοινώθηκαν με τα αποτελέσματα του 2007, παραμένουν σε ισχύ, παρ’ όλο που θα είναι πιο απαιτητική η επίτευξή τους σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, εξαιτίας της σημερινής δυσλειτουργίας των κεφαλαιαγορών. Ο κύριος λόγος είναι η αύξηση του κόστους του χρήματος το τελευταίο διάστημα, ως αποτέλεσμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, που με κάποια χρονική υστέρηση μόνον μετακυλύεται στους δανειολήπτες. Ιδιαίτερα όσον αφορά στα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του 2008, με την επιφύλαξη ότι πρόκειται για αρχικές μόνον ενδείξεις ή εκτιμήσεις, μπορούμε να κάνουμε τις εξής παρατηρήσεις:
- Πρώτον, η αύξηση των εργασιών στις χορηγήσεις αλλά και στις καταθέσεις είναι πολύ ισχυρή τόσο στην Ελλάδα όσο και στις χώρες της Νέας Ευρώπης.
- Δεύτερον, εξαιρετικά ικανοποιητική είναι η αύξηση των καταθέσεων πελατών με τον δείκτη δάνεια προς καταθέσεις να βελτιώνεται περαιτέρω. Στην Ελλάδα συγκεκριμένα, οι καταθέσεις αυξήθηκαν για ένα ακόμα τρίμηνο και σε απόλυτο μέγεθος περισσότερο από ο, τι τα δάνεια, βελτιώνοντας περαιτέρω τη ρευστότητα της Τράπεζας. Επομένως, φημολογίες ή εκτιμήσεις για αυξημένες ανάγκες άντλησης ρευστότητας από τις κεφαλαιαγορές είναι τελείως αβάσιμες.
Τέλος, τα συνολικά οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου εκτιμούμε ότι θα είναι καλύτερα από το αντίστοιχο τρίμηνο του 2007. Ειδικότερα, τα αποτελέσματα της Νέας Ευρώπης, παρά τις ανησυχίες για μακροοικονομικές ανισορροπίες που έχουν κατά καιρούς εκφρασθεί, εμφανίζονται να είναι ισχυρά».
Και κατέληξε ο κ. Νανόπουλος: «Διαθέτουμε ο, τι χρειάζεται για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του μέλλοντος. Έχουμε όραμα, στρατηγική, πολυετή εμπειρία άριστης εκτέλεσης φιλόδοξων επιχειρηματικών σχεδίων, αλλά κυρίως ικανότατο προσωπικό και στελεχιακό δυναμικό. Οι άνθρωποι του οργανισμού μας με την αφοσίωση, τη συνέπεια, τις ικανότητες και τον επαγγελματισμό τους είναι το καλύτερο εχέγγυο για την επιτυχία μας. Γι’ αυτό και εκ μέρους όλων, θα ήθελα να απευθύνω σε κάθε ένα από τους 22.000 και πλέον συναδέλφους ένα θερμό ευχαριστώ. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά και τα εκατομμύρια των πελατών μας που μας επιλέγουν και μας εμπιστεύονται για τις τραπεζικές τους συναλλαγές. Τέλος, εκ μέρους της Διοίκησης θέλω να ευχαριστήσω τους Μετόχους μας για την εμπιστοσύνη τους, που μας τιμά και μας ενθαρρύνει να συνεχίζουμε με συνέπεια, αίσθημα ευθύνης και σκληρή δουλειά ν’ ανταποκρινόμαστε στις προσδοκίες τους».
Στη Γενική Συνέλευση παρέστησαν ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας κ. Νικόλαος Γκαργκάνας, ο Πρόεδρος και ο Διευθύνων Σύμβουλος της Alpha Bank κύριοι Γιάννης Κωστόπουλος και Δημήτρης Μαντζούνης, οι επικεφαλής των Τραπεζών Αττικής κ. Τρύφων Κολλίντζας, Aspis Bank κ. Κώστας Καρατζάς και Citi Bank κ. Χρήστος Σορώτος, οι υποδιοικηταί της Τράπεζας της Ελλάδος κύριος Παναγιώτης Θωμόπουλος και της Αγροτικής Τράπεζας κ. Βασίλης Δρούγκας, ανώτατα στελέχη Τραπεζών και παράγοντες των παραγωγικών τάξεων.
Λόγω ελλείψεως αυξημένης απαρτίας τα θέματα τροποποίησης του καταστατικού και παροχής δυνατότητας στους Μετόχους επανεπένδυσης μέρους ή όλου του μερίσματος, θα συζητηθούν σε Επαναληπτική Γενική Συνέλευση που θα πραγματοποιηθεί τη Μεγάλη Δευτέρα, 21 Απριλίου 2008. Μετά τη Συνέλευση αυτή θα προσδιοριστούν και οι ημερομηνίες αποκοπής του μερίσματος καθώς και καταβολής του. Εκτιμάται ότι η αποκοπή του μερίσματος θα γίνει στις 2 Μαΐου, η πληρωμή του- για όσους δεν προτιμήσουν την επανεπένδυση- στις 12 Μαΐου, ενώ η τιμή προσδιορισμού της τιμής των μετοχών με επανεπένδυση του μερίσματος εκτιμάται ότι θα γίνει κατά την περίοδο 2-7 Μαΐου τρέχοντος έτους.